Υπάρχουν πολλές απόψεις για τη δηµοσιογραφία. Οι µεν την
αποκαλούν «λειτούργηµα» εφόσον χωρίς ενηµερωµένους πολίτες
δεν υπάρχει σωστή δηµοκρατία. Άλλοι ακούνε τη λέξη και
γελάνε. Πάντως ο όρος περιλαµβάνει µιαν υπερβολή: ο Τύπος
είναι και επιχείρηση και ο δηµοσιογράφος είναι και εργαζόµενος
όπως όλοι οι άλλοι.
Ορισµένοι δηµοσιογράφοι, εκδότες ή
ιδιοκτήτες ηλεκτρονικών ΜΜΕ ό,τι κι αν λένε επισήµως,
ενδιαφέρονται για τη δηµοσιογραφία όπως θα ενδιαφέρονταν για
την παραγωγή παπουτσιών. Το ζητούµενο είναι γι’ αυτούς το
κέρδος µόνον – το άµεσο που αποδίδει µια καλή επιχείρηση ή το
έµµεσο που απορρέει από την επιρροή που ορισµένοι παράγοντες
αποκτούν. Το αποστοµωτικό επιχείρηµα ενός ιδιαίτερα ειδεχθούς
ραδιοτηλεοπτικού «αστέρα» πρωταγωνιστή αθλιοτήτων ήταν ότι
κέρδιζε τρία εκατοµµύρια το χρόνο. Βεβαίως, δεν έχουν χαθεί το
πάθος, το µεράκι, η θέληση συµµετοχής στα κοινά. Υπάρχουν. Τα
συναντώ.
Οι Αµερικανοί είναι άνθρωποι ντόµπροι. Ο Ρόι Χάουαρντ, ένας
από τους ιστορικούς µεγιστάνες του Τύπου, είχε δηλώσει ευθέως
στους συνεργάτες του εγκαινιάζοντας στο Ντιτρόιτ µια από τις
εφηµερίδες του: «Βρισκόµαστε εδώ αποκλειστικά σαν έµποροι
ειδήσεων. Για να πουλάµε διαφήµιση και να την πουλάµε σε τιµή
ενδιαφέρουσα για τους επενδυτές. Αλλά πρέπει πρώτα να
παράγουµε µια εφηµερίδα µε ελκυστική ενηµέρωση για να έχει
καλή κυκλοφορία, ώστε να επιτρέψει στη διαφήµιση να είναι πιο
αποτελεσµατική». Συµπέρασµα: τα του «λειτουργήµατος» πρέπει
να αναζητηθούν αλλού. Και ποια η διαφορά µε τις εµπορικές
τηλεοράσεις µας;
Υπάρχουν όµως και άλλες αµερικανικές εφηµερίδες όπου
κυριάρχησε ο σεβασµός στην είδηση και στην έρευνα. Καθώς και
στην ευπρέπεια. Η εφηµερίδα «New York Times» έχει την αρχή
να δηµοσιεύσει «όλες τις ειδήσεις που πρέπει να τυπώνονται»
(σηµειώστε το «πρέπει») µε την προσθήκη ότι οι τίτλοι της
εφηµερίδας «δεν πρέπει να λερώνουν το τραπεζοµάντιλο όπου οι
αναγνώστες της δοκιµάζουν το πρωινό τους». [ … ]
∆εν είναι διαφορετικοί οι προβληµατισµοί σε µια χώρα όπου η
δηµοσιογραφία είναι παραδοσιακά πιο «λογοτεχνική» και πιο
«προσωπική», δηλαδή στη Γαλλία. Όπου συνυπάρχει η κυρίαρχη
«Le Monde», και όχι µόνο, µε κάθε λογής «σκουπίδια». Παντού ο
Τύπος και τα ΜΜΕ προσφέρουν και την εφηµερίδα – χώρο
διαφήµισης (ή το ραδιόφωνο και την τηλεόραση) αλλά και το
λειτούργηµα. Όπως και στις ΗΠΑ όµως και όπως στις
περισσότερες χώρες, όπου οι τεχνολογικές εξελίξεις έγιναν πιο
νωρίς αλλά µε βραδύτερους από εδώ ρυθµούς, ορισµένοι κανόνες
επιζούν και ενίοτε, σε δύσκολες στιγµές, επικρατούν. Μερικές
φορές και µε τη σύµπραξη της ποινικής δικαιοσύνης.
Ποιοι είναι αυτοί οι απλοί κανόνες; Η διασταύρωση των ειδήσεων.
Η συνείδηση της ευθύνης απέναντι στο κοινό και την κοινωνία. Η
περίσκεψη. Η µη δηµοσίευση ακόµη και διασταυρωµένων
πληροφοριών για πρόσωπα χωρίς και τη δική τους άποψη. Η
αποφυγή κάθε υπερβολής. Η πεποίθηση ότι η συκοφαντία είναι
θανάσιµο δηµοσιογραφικό αµάρτηµα. Η αντίληψη ότι ο
δηµοσιογράφος δεν πρέπει να συγχέει τον ρόλο του µε εκείνον
του αστυνοµικού και του δικαστή. Η δηµόσια αναγνώριση του
λάθους και η αποκατάσταση κάθε αδικηµένου. Η άρνηση
δηµοσίευσης δοτών πληροφοριών και η υπακοή σε
εξωδηµοσιογραφικά κέντρα και προσταγές. Το ασυµβίβαστο του
δηµοσιογραφικού επαγγέλµατος µε τα επαγγέλµατα του
διαφηµιστή, του δηµοσιοσχεσίτη και του υπαλλήλου γραφείων
Τύπου. Πολλά από αυτά περιλαµβάνονται και στα δικά µας
κείµενα δεοντολογίας. Προβλέπονται και κυρώσεις. Όµως οι
παρεκτροπές είναι πολλές, καθηµερινές, προκλητικές. Και
επικίνδυνες. Παλαιότερα µπορεί οι εφηµερίδες να ήταν πιο
«κοµµατικές», όµως οι δηµοσιογράφοι, χωρίς τα σηµερινά
«λούσα» των ολίγων, είχαν µεγαλύτερη αξιοπρέπεια.
Μεσολάβησε όµως µε τη χιονοστιβάδα των ηλεκτρονικών µέσων
µια γενικευµένη απορρύθµιση.
Τι µπορεί να γίνει τώρα; Ασφαλώς όχι µερικές εξωφρενικές (και
επικίνδυνες) απαγορεύσεις, νόµοι πιο κατασταλτικοί που συνήθως
δεν θίγουν τους αθλίους. Αλλά κάτι το πιο απλό: να αναγκαστούν
όλα τα «αφεντικά» να σέβονται µια ουσιαστική δεοντολογία
προσαρµοσµένη και στα της τηλεόρασης. Και να µάθουν οι
συνάδελφοι ποια είναι η δεοντολογία αυτή. Πριν από λίγα χρόνια
είχα διαπιστώσει, σε δύο πανεπιστήµια, ότι το «είδος» δεν
περιλαµβανόταν σε κανένα από τα προγράµµατα. Για τώρα δεν
ξέρω … Ελπίζω!
Ρ. Σωµερίτης, Το Βήµα
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου